ένα βράδυ γύρω στις 22:00 χτυπάει το κινητό τηλέφωνο μιας κοπέλας…ήταν η φίλη της η Ρία και ζητούσε ενίσχυση προσευχής για έναν μικρό δεν θυμάμαι ηλικία , σίγουρα από δέκα ετών και ίσως πιο κάτω…

– λευχαιμία (της λέει η Ρία) σε παρακαλώ προσευχήσου… – θα προσευχηθώ για το παιδί γιατί με πήρατε τηλέφωνο. Και για να πάρουν έναν άνθρωπο χωρίς καμία ειδικότητα στις προσευχές και στις θεολογίες μάλλον υπάρχει λόγος.

…δεν κατάφερε να κοιμηθεί η Ακακία άλλο , από την στεναχώρια της για αυτούς τους ανθρωπους. Δεν μπορούσε να σταματήσει το κλάμα και τις προσευχές. Δεν αντέχεται τέτοιος πόνος έλεγε κι εξέφρασε πως ένιωθε σα να της έσκιζαν το στήθος της στην μέση.

…Ξημέρωσε , ντύθηκε , πλύθηκε και πήγε σε ένα souper market μικρό της γειτονιάς που έχει Βυζαντινό-μαυροδάφνη να πάει στην εκκλησία με διάφορα άλλα ως προσφορά. Με το ψωμάκι που ονομάζεται πρόσφορο από τον φούρνο της γειτονιάς…

ΑΟΡΑΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ…

ΠΙΣΤΗ ΧΩΡΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ…

…Για τους ασώματους κατοίκους της εκκλησίας όπως αναφέρονται οι θρησκευόμενοι… Έγραφε τα ονόματα και σιγοψυθίριζε Του Θεού… – γιατί τόσο πόνο Κύριε κάνε το θαύμα σου σε τούτην την οικογένεια όπως και σε άλλες ! Πράγματι γίνεται αβάσταχτο όλο αυτό που βιώνουν. Είναι αλήθεια πως δεν μπορούν να σου ζητήσουν με αγάπη αυτό που έχουν ανάγκη κατά συνέπειαν του πόνου , δοξάζοντας το όνομά σου!

Από εκεί και πέρα κάθε πρωί επαναλαμβανόταν η ίδια διαδικασία. μα με ένα πρόσφορο κάποιες φορές και τα υπόλοιπα σε οικογένειες που δεν είχαν να ζήσουν και να φάνε. Κάθε βράδυ παρακαλούσε την Παναγία για τον Θ. της έλεγε είσαι μάνα κι έχεις γνωρίσει τον πόνο του πολύτιμου παιδιού σου κι όμως δόθηκες στον Θεό σου , εις την θυσία σου να συμβεί το θαύμα προς δόξα Θεού.

…αυτό το έπραττε για κάποιους μήνες με δικά της πίστη παρ’όλο που δεν ήξερε θρησκολογία και δεν ομαδοποιούταν με τα του δόγματος. Όπως και δεν το είχε ποτέ με το τυπικό…

Έτσι μία μέρα του δεκεμβρίου παραμονή Χριστουγένων ενώ συνέβαινε η θεία λειτουργία πηγε κι εκείνη στηριζόταν στην πόρτα όπως πάντα. Την στιγμή της θείας κοινωνίας ένας πιτσιρικάς τρέχει προς την πόρτα που στηριζόταν η Ακακία. Σταματά μπροστά της κρατώντας το αντίδωρο , τρώγοντάς το και χαμογελώντας την…

λαμβάνοντας την απάντηση των ασύρματων τηλεφωνικών παρα-κλήσεων…

Ξαφνικά νιώθει/ακούει μία φωνή μέσα στα στήθη της <<όχι στο κεφάλι της ούτε στα αυτιά της>> , μα στα στήθη της :

-Ορίστε παιδί μου ο Θ. είναι καλά…!

…τα έχασε ενώ ο μικρός δεν σταμάτησε να την κοιτά στα μάτια παρόλο που μια κυρία τον έλκυε από το χέρι να την ακολουθήσει , ψηλή κάπως με όμορφα μαύρα μαλλιά…

Η Ακακία έφυγε χωρίς να παραλάβει το κομμάτι της το αντίδωρο και καλεί στο τηλέφωνο μία κοπέλα που έχουν κουμπαριά κάτι τέτοιο με την οικογένεια του μικρού ασθενή…

ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ …ΟΡΑΤΟ!

-Έλα κοπέλα μου! Τί κάνεις;

-Καλά είμαι όμορφη , έχω ερώτηση..ο νεαρός που ειχε το θεματάκι απο τους κουμπαρους σου πως είναι;

Α! Ο Θ. μας! Καλά είναι , βρίσκονται ……….. και τώρα ετοιμαζόμαστε να τους βρουμε κέντρο για καφέ γιατί πήγαν να εκκλησιαστούν στον Άγιο Νικόλαο.

-Ευχαριστώ πολύ ομορφιά μου θα σε ξαναπάρω να τα πούμε έτσι απλά έφαγα φλασιά και ήθελα να δω πως είναι.Ευχαριστώ!

…πήγε κρύφτηκε σπίτι της σπαράζοντας στο κλάμα από ευγνωμοσύνη προς Τον Υπέροχο Αυτόν Αμέτρητο Απέραντο και Άναρχο ΘΕΟ!

…έπειτα συνέχισε να ευχαριστεί κάθε μέρα τον Θεό άλλο σθένος…Όλα στάθηκαν σε ένα…ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ!

…ΣΥΝΕΧΊΖΕΤΑΙ… ΕΠΕΙΓΟΝ ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ… (part 2)